Η ΠΑΤΗΣΙΩΝ ΖΕΙ (σημερα Η ΠΟΛΗ ΖΕΙ) (κείμενο Οκτώβριος 2016)
ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΗ ΦΟΡΕΣΑΜΕ ΤΑ ΚΡΑΝΗ ΜΑΣ
----------------------Αλφα--άννα στάικου-------------------
Τούτο τον Οκτώβρη μας ξαναμίλησε η Μάρθα.Είχαμε να βρεθούμε από τον περσινό βαρύ Χειμώνα. Τα περσινά της λόγια κύλησαν σα θερμή, λιγνή γραμμούλα πάνω στον πάγο.
Είχαμε σφίξει τα χέρια στον αποχαιρετισμό και είχαμε ξεπεράσει την καλπάζουσα επερχόμενη θλίψη με τρόπο υπερβατικό..!
Θυμίζω στους νεώτερους αναγνώστες της εφημερίδας ότι η Μάρθα είχε εγκατασταθεί προσωρινά –για να αντιμετωπίσει τα «σφοδρά καιρικά φαινόμενα» όπως συνήθιζε να μας λέει στο πλυσταριό μιας πολυκατοικίας του ’50 επί της Πατησίων.
Το πλυσταριό το αποκαλούσε σύγχρονο μεταμοντέρνο loft, και για μόνωση στους τοίχους τριγύρω είχαν χρησιμοποιηθεί τα πάμπολλα βιβλία της Μάρθας και του συζύγου της.
Για την σφαιρικότερη εικόνα της, θυμίζω ότι ο σύζυγός της τον περσινό βαρύ Χειμώνα στοίβαξε σε μια παλιά βαλιτσούλα του 50 –που βρέθηκε στην αποθήκη του πλυσταριού-δυο αλλαξιές και δυο παντελόνια, αμίλητος και μιλώντας στο κενό εξομολογήθηκε ότι του ήταν αδύνατη και αβάσταχτη η οικονομική του ανημπόρια και πριν προλάβει η Μάρθα να αντιδράσει ….έφυγε…..
Παραθέτω όμως ατόφια την επιστολή.
«…..το μεγαλύτερο κακό ήταν η έξοδός του στο άγνωστο
----Τις πρώτες μέρες η χολή μου γινόταν τσίχλα και την μασούσα... Μετά σιγά-σιγά συνήθισα στην απουσία. Άλλωστε ήξερα πως ήταν καλά και ότι κάποια μέρα θα ξαναρχόταν. Το δίχως άλλο...Δεν είχα νέα του από πουθενά, αλλά το ήξερα… Η εσωτερική γνώση μας είναι ακριβέστατη όπως γνωρίζετε.----
Μέχρι πρόσφατα είχα κάποια υποτυπώδη εργασία... Τα τυπικά προσόντα μου (όπως και του άντρα μου) ήταν πολλά και αβάσταχτα για την ιμιτασιόν και κάλπικη επικάλυψη της χώρας. Το μεγαλύτερο μειονέκτημα της προσωπικότητάς μου ήταν η έλλειψη ελιγμών και ψευτοκαμωμάτων για να πείσω αν δύναμαι να κάνω αυτό που ζητούσαν.
Πάμπολλες φορές έχανα την πρόσληψη επειδή απαντούσα μονολεκτικά…. Χρησιμοποιώ τη λέξη «πρόσληψη» και ας έχει καταργηθεί η έννοια επειδή ντρέπομαι να πω άλλη λέξη… Την χρήση εννοιών και λέξεων σχετικά με την ανθρώπινη εργασία συνεχίζω να την αντιμετωπίζω σοβαρά και παρέα, με όλο το σύνολο... Δηλαδή, μαζί με τους νομοθετημένους κώδικες, με τα εργατικά δίκαια κτλ. Αρνούμαι να με υποτιμώ.Δωρίζω στους άλλους την υποτίμηση και κρατώ εγώ την αξιολόγηση ως αποτέλεσμα αγώνων πολλών αιώνων.
---Τις επόμενες μέρες, μετά την έξοδό του, κάθε βράδυ ξάπλωνα στην καρέκλα που ακούμπαγε στον εξωτερικό τοίχο. Ήθελα να ακούσω τα βήματά του, αν ξαφνικά επέστρεφε, και ταυτόχρονα να ασκηθώ στην αγρυπνία.----
Στις εργασίες που ασκούσα με επιμέλεια, αμειβόμουν ελάχιστα και όταν το μοιραζόμουν –ως φρικτό μυστικό- με όσους οικονομικά ήταν πολύ καλύτερα μου συνέστηναν να μη γκρινιάζω και να είμαι ευτυχής.
Δεν προλάβαινα να συμπληρώσω ότι δεν ήταν η γκρίνια το θέμα μου αλλά η αδικία και οι κουβέντες άλλαζαν και ελάφρυναν. Το χειρότερό μου ήταν το σαν φτερό, κτύπημα στην πλάτη με «φιλία» και η υπενθύμιση ότι σαν λαός το είχαμε παρακάνει… Από μπρός τους με διέγραφαν...Εκαναν πως δεν υπάρχω… Εγώ, δεν ήμουν λαός που το είχε παρακάνει. Το ήξεραν…Φαίνεται ότι οι άνθρωποι στις λασπώδεις φάσεις αν δεν είσαι μέσα στον λάκο δεν σε θέλουν…Τους κάνεις κακό…
----Το επόμενο καιρό, η νύχτα ήταν αδίστακτη…Θυμόμουν που διάβαζα μαζί του Παπαδιαμάντη και αναλύαμε μέχρι να γείρει η νύχτα κι άλλο…-----
Στην εργασία μου αντιμετώπιζα προβλήματα. Κάθε μέρα, μας υπενθύμιζαν, ότι είμαστε αναλώσιμοι και ίσως φύγουμε ξαφνικά. Στην αρχή φοβόμουν. Μετά άρχισα να παρατηρώ τις εσωτερικές μου μεταβολές. Εκεί όφειλα να ορθώσω οχυρωματικά ψυχικά αποθέματα για να μην ξεπέσω στα μάτια μου… Δεν ήταν εύκολο αλλά μετά από πολλή άσκηση σκληρή και επίπονη η λεπτή αλλά απροσπέλαστη οχύρωση είχε πετύχει… Κέρδισα να μην σακατεύομαι… Μόλις το διαπίστωσα ένιωσα ευτυχής μετά από πολύ καιρό….!!!
----Όταν τρύπωνε στις καρδιές μας –κάτι όμορφο ,με φως και θάλπος-δεν προλαβαίναμε να το μοιραστούμε. Το αντιλαμβανόμαστε αμέσως …Το ζούσαμε σα να τρώγαμε μαζί ένα μανταρίνι …---------
Ο δρόμος είχε αλλάξει. Θαρρείς και οι άνθρωποι όταν κυκλοφορούσαν ξεχνούσαν να πάρουν μαζί τους την καρδιά τους. Κάπου την εγκατέλειπαν... Πού άραγε;;; Ποιος ξέρει … Κι εμένα τι με έπιασε και κάνω τον τιμητή;; Είμαι καλύτερη ;;; Όχι δα … δε νομίζω… Απλώς έχω μεγάλο σκοπό θρονιασμένο στα σωθικά μου... Εχω εσένα να σε περιμένω…Τον πατέρα και τη μάνα μου να τους μνημονεύω, και να μάθω τους ηλικιωμένους γράμματα, γιατί αυτή είναι η δουλειά μου…. Και όσοι ξεχνούν να λυτρώνουν την ύπαρξή τους στιλβώνοντάς την με αγάπη;;; Μάλλον….έχουν πρόβλημα…! Μπερδεύονται και πρέπει να το κοιτάξουν.
Τελευταία μου αρέσει να λέω την γνώμη μου με ευθύτητα δίχως έκπτωση στο ελάχιστο. Όχι γιατί θεωρούσα τη δική μου γνώμη σπουδαιότερη από κάποιου άλλου, αλλά επειδή κατέληγα με βασανιστική απόδειξη της λογικής. Αν ο άλλος είχε διαλέξει τον ίδιο τρόπο ο διάλογος ήταν πάντα καλός και ίσως έφτανε και σε αυτιά νεανικά με όφελος και αφορμή. Αυτό το τελευταίο το επιδιώκω και έχω επεξεργαστεί τρόπους… Αντλώ χαρά πελώρια... γι αυτό το κάνω….!
------Τις Κυριακές μετρούσαμε τις σιωπές και αφαιρούσαμε τους θορύβους…. Έμεινες βουβός όταν απολύθηκες…. Αρνήθηκα να σε παρηγορήσω… Δεν το ΄θελες….-------
Πλησιάζει η εθνική μας γιορτή... πλησιάζει αδίστακτο και τιμωρητικό το ΟΧΙ….Σκέφτομαι ότι αν δεν πεις μόνος σου το ΟΧΙ με τρόπο που να βάζεις φωτιά στα σπλάχνα σου… αν δεν το πεις εσύ… τότε αρπάζεις το ΟΧΙ του νεκρού και το μαγαρίζεις.
Να σας πω την καθαρή μου αλήθεια εμένα η καρδιά μου είναι γεμάτη Ελλάδα. Αν μου πούνε ότι πρέπει να φύγω γιατί θα εκραγεί ηφαίστειο θα πάω και θα κάτσω στον κρατήρα να εκραγώ και γω μαζί… Έτσι αγαπάω τον τόπο… Και το ομολογώ σπάνια και ελάχιστα... Το σέβομαι το ρήμα... Δεν το καταναλώνω εύκολα…!
-----Είχες φορέσει πριν δυο χρόνια στη ταράτσα ένα κράνος του 1ου παγκοσμίου πολέμου -από τους βαλκανικούς- ήταν του πατέρα του παππού σου….θυμάσαι;;; ήταν λείο… με κρατούσες αγκαλιά και έλεγες ότι είμαστε άτρωτοι…το κράνος δεν είχε φάει ούτε μια σφαιριά…-----Κι όμως ... μερικοί τελικά πολεμήσαμε. Με όλο μας το είναι στήσαμε την ύπαρξή μας στα πεδία της πιο ελεεινής βολής…
Φέτος στην Εθνική μας Γιορτή θα φορέσω το οικογενειακό σου κράνος. Θα βολτάρω με καπέλο το λείο και καλογυαλισμένο σιδερένιο λοφίο… Και τι θα με νοιάζει που θα με κοιτούν μερικοί ;;; Δεν θα καταλάβουν και ούτε θέλω να καταλάβουν…
Με εκτίμηση Μάρθα
Αυτά είπε και έφυγε τρέχοντας για το σχολείο δεύτερης ευκαιρίας όπου ήταν η Μάρθα δασκάλα….!
Για την αντιγραφή Άλφα
Πηγή: ΑΣτάικου
Ανάρτηση: ΑΣτάικου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου