Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020

Τίτλος : «Εσύ ποιός είσαι;; Εγώ δεν είμαι» ---Νίκος Καρούζος












Στην εφημερίδα ΡΗΞΗ
ΑΚΛΙΤΟΝ
Αννα Αναγνώστη--Στάικου
Τίτλος : «Εσύ ποιός είσαι;; Εγώ δεν είμαι» ---Νίκος Καρούζος
-----------------------------------------------
Ο Φώτης ένας γκρεμισμένος άνθρωπος
Μιλά απλά και κατανοητά . Καταμετρά την γκρεμίλα σπιθαμή την σπιθαμή και βρίσκει και στην κατρακύλα μικρές κρυμμένες ομορφάδες.
«Σήμερα οι ανθρώποι αλλάξανε,
προχτές φώναξα με το όνομά του, κάποιον που τον νόμισα φίλο παλιό και του τράβηξα λίγο το μανίκι-την πλάτη του έβλεπα-
Και άρχισε να φωνάζει και να λέει πως θα φωνάξει την αστυνομία και τέτοια.
Τάχασα, έφυγα τρέχοντας , αυτός ψαχνόταν μην και τον έκλεψα και εγώ αφού απομακρύνθηκα έχωσα το κεφάλι σ ένα τοίχο και με πήραν για τα καλά τα κλάματα

Τά βαλα με τον εαυτό μου. 55χρόνων μαντράχαλος και να κάνω σαν κοπέλι

Τέλος του μήνα πήγα στην τράπεζα να δω τι είχε περισέψει από τις παλιές οικονομίες
Ο ταμίας με ήξερε και επόμενα με κατανοούσε
----Εχεις 10 ευρόπουλα
----Φέρτα , του λέω και τράβα «μεδέν» στο πηλίκο Αλλωστε μηδέν -μηδέν=μηδέν

Με το θησαυρό 10 ολόκληρων ευρώ στο λόγο μου δεν ήξερα πού να πρωτοξοδέψω
Εφερα στο μυαλό μου την ανάμνηση της πρώτης ποδηλατάδας
Θα μουν 5 χρόνων , σκάρτα
-----Δως το κυρ Μανόλη Θα ρθεί το γονικό μου να σε πλερώσει
Σκληρά χρόνια αλλά έρεε και η κατανόηση

Ξεκίνησα από τον ΟΑΕΔ, όλα αρνητικά,
πέρασα από δυό φίλους, άρνηση , άλλωστε μπαίναν μέσα , μικρά μηχανουργεία είχαν,
στο τέλος πλησίασα τον δρόμο της Λένας που αγάπησα πιο πολύ από όποιον άλλο άνθρωπο στη γη
Η ποδηλατάδα φερμένη στο νου μου και τώρα που πλησίαζα το Λενάκι έκανα σούζες -λέει- και πεταλιές με τρίπλες -λάει.

Μια μέρα κάποιου Γενάρη έκοψα ένα πορτοκάλι -κοιμόταν ακόμη-έφτιαξα σχέδια με τις φλούδες σα να ταν παγωμένη λίμνη αλλά λουσμένη με χρυσαφί, κρέμασα χαρτάκια με όρκους αγάπης κι έφυγα
Το κρύο όξω ξουράφι

Για ένα χρόνο με συντηρούσε το Λενάκι.
Εγώ άνεργος
Για πάρτη μου έκανε υπερωρίες
Εγώ δουλειά δεν εύρισκα
Είχε χάσει κιλά και τελευταία ήταν αμίλητη και λυπημένη

Εφτιαξα το πορτοκάλι σα μικρό σπιτάκι
Τρυφερό, με μυρουδιά φρέσκια, τον ήλιο να μπαινοβγαίνει και άλλα τέτοια

Εφυγα Θα επέστρεφα όταν θα είχα μια δουλειά στα χέρια
Τότε,
θα την έπαιρνα αγκαλιά και θα σχεδιάζαμε ταξίδι στις Άλπεις ή στην Τοσκάνη ή όπου αλλού Μπορεί και στην Σκωτία Ενας φίλος είχε περιγράψει με λεπτομέρειες την Σκωτία Την είχα φανταστεί για τα καλά
.
Ειχαν περάσει 4 ολόκληρα γ@@@@@@ @ χρόνια
Δουλειές του ποδαριού και ίσα που έφτανε για να κρατώ ένα τρύπιο δώμα σε ταράτσα στα Πατήσια

Τελευταία βγήκα από τα βάσανα .
Αρχισα το διάβασμα .
Πέρασαν από τα μάτια μου μεγάλες μούρες .
Ολοι τους μέσα σε δυστυχήματα και οι συγγραφείς και οι ήρωες. Αυτό είναι , αναφώνησα Οι δικοί μου άνθρωποι είναι αυτοί
Βρήκα γλυκειά παρηγοριά
Αν ζωντάνευαν θα ήμουν πλήρης και κομπλέ. Αυτοί ,μέσα στο μυαλό μου ήταν ζωντανοί. Πηγαινοέρχονταν και με καταδέχονταν στις συνάξεις

Μέσα από όλο αυτό κάτι οι ποιητές κάτι ο Παπαδιαμάντης που με ευχαριστούσε (χωρίς να τον κατανοώ πολλές φορές) κάτι ο Σολωμός και οι πολιορκημένοι ξαναλάτρεψα την πατρίδα απ την αρχή.

Εβλεπα θάλασσα και αναπολούσα

Μέρες του Οκτώβρη Πλησιάζε η εθνική γιορτή Ο συγχωρεμένος πατέρας μου είχε πολεμήσει στην Αλβανία , στα βουνά, μετά ΕΑΜίτης μάχιμος κατά των Γερμανών.
Γέμιζα περηφάνια γι αυτό το παρελθόν

Πως μου ρθε αυτό το μήνα και γυάλισα με μπογιά τα παπούτσια μου
Χτενίστηκα , καλοξυρίστηκα και τράβηξα για τον Στρατώνα
Λίγο έξω από την πόλη

Ηθελα να ρωτήσω εάν χρειάζονταν τεχνικό για καμιά δουλειά
Έστω στην αρχή εθελοντής
Να δοκιμάσω μέσα μου εαν έχω αυτό το θάρρος και το κουράγιο
να σταθώ στον Λοχαγό και να του πώ
"Στρατιώτης Φώτιος Δημητρόπουλος του Γεωργίου
ζητώ εργασία τεχνίτου ή ότι άλλο τεχνικό χρειάζεστε στο Στρατόπεδο "
Εαν με προσλάμβαναν έστω και δοκιμαστικά στην αρχή θα τράβαγα
στο Λενάκι τρεχαλητά . Τα όνειρα τρέχαν πάλι

Φτάνω στην Πύλη Εβρεχε με το κανάτι
Ουτε ένας δεν κυκλοφορούσε
Βγάζω το σακάκι μου το φορώ σαν μικρό αντίσκηνο στο κεφάλι
Φρουρός από πάνω μες την ομίχλη στη σκοπιά ,με θωρεί
«Αλτ τις εί;;»
Τι να πω;; Να πω είμαι ο Φώτης ;;Ηρθα να προσφέρω δουλειά;;
Όμως εγώ ήμουν ήδη αλλού
Λευτερωμένος απ την μαύρη σκλαβιά
Εγώ ήμουν ένας απροσδιόριστος μεσα μου είχε στοιχειώσει ο Παπαδιαμάντης και οιάλλοι....
Τον ρωτώ κοιτώντας τον στα μάτια
«εσύ κοπέλι μου ποιος είσαι γιατί εγώ δεν είμαι»

(ο σκοπός δεν κατάλαβε αλλά του άνοιξε)

Ο Φώτης μες στα νερά περπάτησε μέχρι τα γραφεία
Οι πατούσες του κολυμπούσαν σα δυό βάρκες
Παρουσιαάστηκε και εβαλς τα ερωτήματα στρωτά και όμορφα

Τον πήραν
Κηπουρός έγινε
Μέχρι και ντάλιες φύτεψε μιά ωραία ανοιξιάτικη μέρα
Οσο αφορά το Λενάκι τον καλοδέχτηκε και αγκαλιά ξαναβάλαν την μηχανή των ονείρωνα ξανά από την αρχή

Το ωραίο με τον Φώτη ήταν που είχε συνηθίσει το διάβασμα
Διάβαζε Τσέχωφ τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν και μετά έγραφε την περίληψη γράμμα για να το δωσει δώρο στο Λενάκι

Η πρόβλεψη μου ήταν ευοίωνη
Αυτοί οι δυό θα ήταν για όλη την αιωνιότητα αχώριστοι
.............................................................................................
Φωτό Αλας εν τω μέσω της διαδρομής
petros kotzabasis street-photography


Πηγή: ΑΣτάικου Ανάρτηση: ΑΣτάικου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ICE--2

ΡΕΣΑΛΤΟ Τα πράγματα της ζωής μας δεν συμβαίνουν και τα μεταφέρουμε ως συμβάντα σε ἐνα άδηλο και αχανές σύμπαν  Επειδή μας λείπει ένα ΡΕΣΑΛΤΟ...