ΚΑΡΤΟΥΝΣ
Η πόλη φωτίστηκε με νέον
Το ιωδί αποκοσμεί τις προσόψεις
Η κυκλοφορία στους ανθρώπους απαγορεύεται
Γιατί απαγορεύεται δεν ξέρουμε
Η κρατική μηχανή έχει ταυτιστεί με το αποκρουστικό πρόσωπο
Κι ο τελευταίος υπάλληλος της μηχανής, κάνει κινήσεις αυτόματες σαν ξύλινος μηχανισμός και μόλις δει κάποιον που παίρνει σήμα από τον συναγερμό οτι είναι κάτι σαν λεπρός, ορμά να τον συλλάβει...
Ο κανονικός άνθρωπος κρύβεται
Βουτά στα λογικά του
Ορθώνει το παράστημά του
Συνομιλεί με τα σύμπαντα, κεραία ο νους του
Κατοικεί στις ταράτσες
Βράδυ με χρώμα ιωδίου
Η απανθρωποποίηση υπογράφει στα ισόγεια και στα υπόγεια με συνθήματα μίσους που τα μεθοδεύουν οι βάλτοι και τα έλη
Στις ταράτσες Με τις κεραίες Με τα πιάτα για να πιάσουμε τον δορυφόρα από την ουρά Να ξεπαστρευτούμε μια κι έξω
Ο άνθρωπός μας με μια σφεντόνα κάνει καταπληκτική δολιοφθορά
Κεραία και στοίχημα με την καρδιά του
Ενα προς ένα
Ενα και ακόμη ένα και νίκησαααα
Βοριάς... Τσίγκια πεταμένα και σπασμένες, παλιές, κεραμικές γλάστρες, βαράνε σε σκοπό τζαζ..Και αυτός ο μόνος δικός μας παίζει πενταλ σε ρυθμό πιάνου και κόντρα μπάσου στα τσιμέντα
Ανοίγει την ομπρέλα -έπιασε χιονόνερο--αλλά στην ταράτσα δεν τον πιάνουν οι οθόνες μήτε οι κάμερες παρακολούθησης ουτε οι τελειωμένοι απάνθρωποι υπάλληλοι
Η χιονοθύελλα πύκνωσε
Αγκάλιασε τρυφερά τις ταράτσες της πόλης
Μέσα στο θολό νεφέλωμα ίσως γεννάται ο Χριστός
Μωρό ρόδινο με μετωπάκι πλατύ πάλλευκο λες και η πλατίνα των άστρων τον χάιδεψε
Αρχισε να πίπτει η χιών και ανασηκώθηκε
Πάλεψε με το ψευδές θάλπος
Θυμήθηκε τον μπαρμπά --Γιαννιό του Παπαδιαμάντη που
""Πλὴν δὲν τὸν εἶδεν οὔτε αὐτὸς οὔτε κανεὶς ἄλλος. Κ' ἐπάνω εἰς τὴν χιόνα ἔπεσε χιών. Καὶ ἡ χιὼν ἐστοιβάχθη, ἐσωρεύθη δύο πιθαμάς, ἐκορυφώθη. Καὶ ἡ χιὼν ἔγινε σινδών, σάβανον.
ἄσπρισεν ὅλος, κ' ἐκοιμήθη ὑπὸ τὴν χιόνα, διὰ νὰ μὴ παρασταθῇ γυμνὸς καὶ τετραχηλισμένος, αὐτὸς καὶ ἡ ζωή του καὶ αἱ πράξεις του, ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ, τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερῶν, τοῦ Τρισαγίου"
Θυμήθηκε οτι μια μέρα είχε όρκο πάρει
Το γύρισε βροχή
Ξέπλενε τα μεσοτοίχια
Κι οι άνθρωποι λουσμένοι κι όμορφοι κυλούσαν στάλες και βροχές και φύλαγαν την πόλη
Σκεπάστηκαν και τα τρία γεράνια μοναχικά της ταράτσας κάλλη
Ο άνθρωπός μας τα κρυψε στον κόρφο του γι αυτή τη νυχτιά και απόκρυψε το καρτούν νέον φρίκης από τα λιγνά φυλλαράκια
Η ζέστα της καρδιάς άναψε και σήμανε καπνό στα φουγάρα
Χρονολόγιον 22/12/2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου