"άρχισε μια γλυκειά βροχούλα
έπεφταν οι στάλες σα το γιασεμάκι
περίμενα έναν ασθενή
η ώρα περνούσε και δεν φαινόταν
μάλλον ο θεός είδε την λαχτάρα μου και τον έγειανε
χτυποκάρδησα
αποχαιρέτησα με ηπιότητα , αύριο πάλι,
και δίνω μια τρεχάλα στην ξύλινη σκάλα
βγήκα στον καταρράκτη
βουτώ την μούρη μου στο νερό
βγάζω υποδήματα και κάλτσες και χοροπηδώ σα μαθητούδι από λακκούβα σε λακκούβα
αρωμα έβγανε η γη της Θεσσαλίας
με συνεπήρε
........για σκέψου εγώ ο έρμος γιατρός που έτρεχα από χωρίου εις χωρίον με ένα σάκκο εμβόλια , καβάλα στον Ανθύπατο (το μουλάρι)
εδώ πετώ σαν τρελαμένο τσώνι
και να με είδε κάποιος σκοτούρα στο κεφάλι δεν βάνω
Το πολύ πολύ να με πούνε τρελό»
(απόσπασμα από το "ενταύθα" ΑΣ )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου