Μια φορά κι έναν καιρό τα μολύβια μαλάκωσαν
Τα είχαν βάλει να γράφουν σε τσιγαρόχαρτα κι αυτά υπάκουσαν και γριτς γριτς φάγανε τις μυτες
Οι γομολάστιχες χάρηκαν
Εβλεπαν τα λειασμένα γράμματα και μ ένα
""τς τς μόλις τον ήχο μου ακούν τα γράμματα σου σβήνουν."
το πήραν για κοπλιμέντο
στη σειρά την άλλη μέρα έκοψαν την άκρη ξερίζωσαν την καρδιά της πένας, και φόρεσαν στο κεφάλι,γόμες
ολοι πλήν ενός
αυτός συνέχιζε να γράφει να γράφει να τρυπάει με την μύτη ακόμη και τοίχους
έβλεπε τα γράμματα και αυτά του αναταπέδιδαν με καλλιγραφία και έμπνευση την αρμονία
Είχε μείνει μόνος
Οι υπόλοιποι το φθόνησαν
Πώς δεν έγινε μια μαλακιά και ευλύγιστη γόμα;;
Του την έστησαν. Τον λοιδόρησαν
Τον συκοφάντησαν
Τον έφτυσαν
Τίποτε αυτός ανένδοτος
Δεν δουλώνω ρε
Δεν υπογράφω
...............αυτά τα λίγα εδήλωσε
στο έβγα ενός παλιοφλεβάρη
(άκλιτον)
Πηγή: ΑΣτάικου Ανάρτηση: ΑΣτάικου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου