Υπάρχει και ο αλητοτουρισμός
οχι λόγω ανεχειας
αλλά επειδή σε θεωρούν σα χώρα ξεπεσμένη
________________________________________________________________
Επανάληψη
« … Ο ουρανός και η απελπισία λαλούσι με αποσιωπητικά… »
Αλ. Παπαδιαμάντη “Οι έμποροι των εθνών”
Της Άννας Αναγνώστη--Στάικου από την Ρήξη φ. 125--- 2017
....................
Κολυμπάς και χάνεις την ακτογραμμή.
Τί του συμβαίνει του καιρού;
Τί συνέβη και το κάθετο ανελέητο φως, αντί να λογχίσει τα παραδομένα στη ζέστη κορμιά μας –με τρόπο τέτοιο που να μας τινάξει από την αδρανή μας θέση- προτίμησε να εφορμά, αθόρυβα, στο τοπίο, με τρόπο κρακελέ…;;
Οι τεθλασμένες και οι δειλές κατευθύνσεις των ζεστών τόξων του ήλιου δεν καμακώνουν με το γνωστό αιώνιο, ερωτικό τρόπο, τα ύδατα.
Το νερό παραμένει απελπιστικά μόνο, αυτό το θολό καλοκαίρι.
Πού δραπέτευσε η ατελεύτητη συνύπαρξη και συνεύρεση αρχιπελάγους και ήλιου;
Και η διαύγεια;
Πώς θα κατορθώσουμε να δούμε καθαρά;
Πόσο μείναμε απόντες;
Πόσο αδικήσαμε και πόσο πολύ επιτρέψαμε την αδικία πάνω μας;
Κάνω ένα βήμα στο χρόνο, προς τα πίσω…..
Παιδιά με κουβαδάκια τότε, στα δροσερά καλοκαίρια, μαζεύαμε αφειδώλευτα ήλιο, κι αυτός ξεχείλιζε τον τόπο και τα πρόσωπά μας με χαρά.
Ήλιο ξαπλωμένο, νωχελικά, στον κουβά, τον βουτούσαμε στα διαυγή νερά κι αυτός ο αιώνιος σωσμένος, πλήρωνε το τοπίο με ανθρώπινη καρδιά.
Πίσω στο χρόνο πάλι…
Το κομπόδεμα του πατέρα. Σ’ ένα μαντήλι καθαρό με τέσσερις κόμπους στις γωνίες και κάθε τόσο να γεμίζει με οικονομίες ιερές από τον κάματο του γονιού μας, με ελπίδα και αγαλλίαση ανακοινώνοντάς μας ότι «πάλι στη θάλασσα, καμάρια μου και φέτος θα πάτε».
Δραχμή τη δραχμή το γέμιζε και χρύσωνε το τάμα, το φυλακτό
Το κοιτάζαμε και βλέπαμε βαρκούλες, βουτιές και απλωτές… και ησύχαζε με ζέστη το κυριακάτικο τραπέζι, με όλη την εμπιστοσύνη της οικουμένης.
Άλλο ένα βήμα προς τα πίσω….
Καθισμένες γυναίκες στις ασβεστωμένες πεζούλες των νησιών και των νεογέννητων παραθεριστικών παράλιων τόπων…. Τριγύρω τενεκέδες ασβεστωμένοι –κι αυτοί– ξέχειλοι από όλου του κόσμου τα ανθισμένα αρώματα….
Μα το περισσότερο που θυμάμαι είναι η ανοιχτή, αυθόρμητη καρδιά για τους φιλοξενούμενους από την πρωτεύουσα νιόφερτους επισκέπτες…
Καρδιά και αυθόρμητη εμπιστοσύνη απλωμένη παντού σαν την κληματαριά που μας φύλαγε από το λιοπύρι…
Τα τότε καλοκαίρια στη θέση ενός οικοδεσπότη, με μουσαφίρηδες όλους εμάς τους πολίτες και ανθρώπους που κτίζαμε τη ζωή με υλικά απλά και παρμένα από την κοινή μας παρακαταθήκη…
Καλοκαίρι στα ορεινά…
Πάλι κάποια χρόνια πίσω…
Με αγνάντι στα πελάγη… Τριγυρισμένα με έλατα ή κέδρους –με μπηγμένες τις ρίζες τους στη θάλασσα– (όπως ένας ορεινός ισχυριζόταν)…!
Καλοκαίρι στα Καλάβρυτα…
Γυναίκες ηλικιωμένες με μαύρα κατράμι ρούχα, καθισμένες τα θερινά δειλινά, σε πεζούλες πετρόχτιστες με ονοματεπώνυμο ξεχωριστό, η κάθε μία (πεζούλα)… Με καραμέλες βουτύρου, τις παλιές του μπακάλη, στην τσέπη της ποδιάς, για να φιλέψουν τα παιδιά… Γυναίκες με το ολοκαύτωμα γυαλισμένο στο δέρμα της ψυχής τους… Γυναίκες με προσμονή για δίκιο και ελπίδα όρθιας μνήμης των παιδιών που απομακρύνονταν με τη φούχτα γεμάτη καραμέλες γάλακτος … από τις παλιές.
Καλοκαίρι θολό σημερινό.
Η σιωπή να μην είναι σιωπή παρά βουητό, ζητώντας ο καιρός βοήθεια.
Ο ιερός κάματος των ανθρώπων αφανισμένος.
Δίχως τον κάματο ο άνθρωπος πέφτει πιο κάτω και από τις φτέρνες του.
Η ανθρώπινη σχέση σε ολοκληρωτική σχάση…
Ο χρόνος ευάλωτος και κατακερματισμένος σε νου σαλεμένο από την παραλογία της εξαφανισμένης εργασίας.
Καλοκαίρι θολό σημερινό.
Ο θεός εξόριστος.
Ο καταργημένος άνθρωπος αδυνατεί να τον ψηλαφίσει.
Καλοκαίρι θολό και βυθισμένο στο κίτρινο σήμερα
Ο ιερός θάνατος των Ελλήνων ως οίστρος ζωής, σε παρανομία.
Θέρος θολό
.
Με τα τρία μοναδικά αυτονόητα της ανθρώπινης ύπαρξης –κάματος, θεός και θάνατος– εκτός νόμου από κέντρα και εξουσίες απόλυτης ύβρεως…!
Θέρος… Σήμερα… Με τον χρόνο στην αιώνια αταραξία, προσμένοντας την αυτονόητη αποκατάσταση του δίκιου.
Μερικοί, λίγοι, θα αρνηθούν το θόλωμα
.
Θα βουτηχτούν στα πελάγη για την προσωπική τους κάθαρση.
Θα πιάσουν τον καιρό από το μέτωπο, κρατώντας το πιγούνι του σαν γκέμι και θα το κάνουν, με πλήρη αταραξία
.
Μερικοί πίσω από το θολό, με μια δρασκελιά ακουμπούν στην αρετή και το χρέος.
Άλλωστε, μη λησμονούμε ότι, κάποιοι λίγοι , κρατούν τη σκυτάλη από τα παλιότερα με σκοπό να την παραδώσουν στα νεώτερα και αυτό το κάνουν επειδή έτσι τους …αρέσει…!
Είθε να φανούν
(καλοκαίρι 2017, εφημερίδα ΡΗΞΗ φ. 125)
..............................
φωτο Ρομυ Σνάιντερ
................................
Πηγή: ΑΣτάικου--άκλιτον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου