«… όπως το δέντρο μέσα στο δέντρο / … / και το μάτι μέσα στο μάτι από θωριά / Ξύλα πέτρες κι ουρανόχτιστα σπίτια που τα βάφει ο αγώνας / κι ο ερχομός του νόμου που μοιράζει σε φως και σκοτεινιά». (ΙΙΙ)
«Αλφειέ, τυλιγμένε στο στέλεχός μου» «ξετυλίγει υφάδια και κέρδη σκοταδιού στα κρύα μάτια των Εσπερίδων / Αστερόπη, Χρυσόθεμις, Εσπέρα, Γαλαξαύρα, / Και Φαιδριάδες του φεγγαριού από βασάλτη και βαριά πέτρα». (ΙV)
«ξυπνούν το Μάντη να ονειρευτεί το λοξό κέντρο βάρους / το έγχρωμο άνοιγμα του στήθους σε αύρες και μυστικά του νερού».
«Από μέσα με τρώνε στόματα ουρανού και δεν θα ησυχάσω αν δε μιλήσω…/ Μια φορά ο ύπνος μου με πήγαινε …. / από ερωτική καρδιά σε ανέμισμα θανάτου /κι από αέρα και καταιγίδα σε φωλιές τρυφερότητας / Τώρα με ιονισμένα δάκρυα και κεφάλι περασμένο σε κλωστές ονείρων βγάζω φως/ και το ανεβαίνω όπως η αράχνη το νήμα της / Έχω ξυπνήσει ένας μαγνήτης / που χάνεται μέσα στα μέταλλα που τραβάει / κι ότι έχω αγγίξει μ’ επιστρέφει στο αίτιό μου / Εκάτη της ψυχής που πίνει το ψυχρό της φως».

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου