Στο μετά την ερημία ταξίδιον εν ερήμω αλλά πλήρης
φορώντας ένδυμα το άπειρον χάος του κόσμου
την κόρη του οφθαλμού μου ξέπλυνα μισοπέλαγα
Από μίλια απόσταση βροντούσαν πολεμικές ιαχές
Εμένα ο νους μου είναι βέλος αλαφρύ-- πάντα πετά, ως ελάχιστο πετούμενο
σ αυτούς που με μια πένα ορίζουν τα χαράκια της ιστορίας των ανθρώπων
Πόσο βαριά πλήττονται και πόση σφοδρότητα στο διαφανές τους στέρνο
Βολή και θάνατος στις ψυχές μας
από την πληγή της ευγενικής τους ψυχής
Το μαβί της νύχτας σπρώχνω να πλαγιάσει στους λόφους η ροδαλή αυγή
Να ανθίσουν βουνά, πλαγιές και πλατώματα
Να γείρουν οι κορφές με στεφάνια κλαδιών ελάτων και κέδρων
Να ρίξει σκιά ο Ολυμπος τα μαύρα φουσάτα να πνίξει
Αν σωθούν οι θαρραλέες καρδιές των φυλάκων μπορεί η ελπίδα ξαφνικά να αναφανεί
Μεγάλη η αγάπη μου στην θαλερή δικής τους ματιά στην καρποφορούσα σοφία τους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου