ΒΗΣΙΓΟΤΘΟΙ----ΜΙΧ. ΚΑΤΣΑΡΟΣ
Οι πάροδοι που οδηγούσαν προς τις εξέδρες
στις πόρτες των ναών και των φυλάκων
στους διαδρόμους των εξοχών
στα δημόσια πάρκα
στη δουλειά με το κομμάτι
στην ποινή του θανάτου
παντού παντού παντού
ως και σε μένα τον αδιάφορο
είχανε εισχωρήσει σα μυστικοί χωροφύλακες
οι Βησιγότθοι.
---------------------------------------------------
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας (78-149)
Ι.Ν.Γρυπάρης
ΠΑΡΟΔΟΣ
ΧΟΡΟΣ
Τρομάρα μου, κακά μεγάλα φοβερά!
Μολύνθηκε ο στρατός απ᾽ τα χαράκια, νά,
κύμα χυμίζει κατά δω
80 αρίφνητ᾽ η καβαλαριά·
μου το μαθαίνει ο κορνιαχτός
π᾽ ασκώθηκε ώς το ουρανό,
δίχως μιλιά, μα μηνυτής βέβαιος κι αληθινός.
Της γης μου παίρνει ο ομπλόχτυπος τους κάμπους
που κι όλο μπρος πετάει, ζυγώνει και βροντά,
ωσάν τ᾽ ακράτηγο νερό που δέρνει τα γκρεμνά.
Αλί μου, αλί, θεοί, θεές,
το κακό που μας πλάκωσε μακρύνετ᾽ από μας!
90 Βουή τα τείχη ξεπερνά και καλοσύνταχτος ο οχτρός
με τα λευκά σκουτάρια του τραβώντας όλο μπρος
πάνω στα κάστρα μας χυμά.
Ποιός θα με σώσει; ποιός θα μού είναι βοηθός
απ᾽ τους θεούς, απ᾽ τις θεές;
τί άλλο μπορώ ή γονατιστή να πέσω ευτύς μπροστά
στ᾽ αγάλματα τα θεϊκά;
Ω μάκαρες καλόθρονοι, ώρα, και βιάζει το κακό,
να σας σφιχτοπεριπλεχτώ.
Καιρό τί χάνουμε μ᾽ αυτούς τους μάταιους οδυρμούς;
100 Ακούτε ή δεν ακούγετε οι ασπίδες που χτυπούν;
τους πέπλους και τα στέφανα, αν όχι τώρα πια,
πότε θα τα φυλάξομε της λιτανείας μας προσφορά;
Είδες τί χτύπος; όχι ενού
βρόντημα κονταριού.
Τί έχεις σκοπό; τη χώρ᾽ αυτή, δικιά σου απ᾽ τα παλιά,
θ᾽ αφήσεις, Άρη, να χαθεί,
με το χρυσό το κράνος θεέ;
στρέψε το μάτι σου και ιδέ
και ιδέ τη γης που αγάπαγες πολύ από μια φορά.
-----------------------------------
ΠΑΡΟΔΟΣ
ΧΟΡΟΣ
μεθεῖται στρατὸς στρατόπεδον λιπών·
80----ῥεῖ πολὺς ὅδε λεὼς πρόδρομος ἱππότας·
αἰθερία κόνις με πείθει φανεῖσ᾽,
ἄναυδος σαφὴς ἔτυμος ἄγγελος,
ἕλε δὲ γᾶς ἐμᾶς πεδί᾽· ὁπλῶν κτύπος,
ἒ ἕ, χρίμπτεται.
(βοᾷ)
85— ποτᾶται, βρέμει δ᾽
ἀμαχέτου δίκαν ὕδατος ὀροτύπου.
ἰώ,
— ἰὼ ἰὼ θεοὶ θεαί τ᾽, ὀρόμενον
κακὸν ἀλεύσατε.
(βοᾷ)
90— ὑπὲρ τειχέων
ὁ λεύκασπις ὄρνυται λαὸς εὐ-
τρεπὴς ἐπὶ πόλιν διώκων ‹πόδα.›
— τίς ἄρα ῥύσεται, τίς ἄρ᾽ ἐπαρκέσει
θεῶν ἢ θεᾶν;
95πότερα δῆτ᾽ ἐγὼ ‹πάτρια› προσπέσω
βρέτη δαιμόνων;
— ἰώ, μάκαρες εὔεδρο·
ἀκμάζει βρετέων ἔχεσθαι· τί μέλ-
λομεν ἀγάστονοι;
100— ἀκούετ᾽ ἢ οὐκ ἀκούετ᾽ ἀσπίδων κτύπον;
— πέπλων καὶ στεφέων πότ᾽ εἰ μὴ νῦν ἀμ-
φὶ λιτάν᾽ ἕξομεν;
— κτύπον δέδοικα· πάταγος οὐχ ἑνὸς δορός.
— τί ῥέξεις; προδώσεις, παλαίχθων
105Ἄρης, τὰν τεάν;
— ὦ χρυσοπήληξ δαῖμον, ἔπιδ᾽ ἔπιδε πόλιν
ἅν ποτ᾽ εὐφιλήταν ἔθου.
----------------------------------------------------------
εικόνα
Τοιχογραφία της '' Μυκηναίας''. Ακρόπολη Μυκηνών
Σοβαρή και μεγαλοπρεπής έκφραση του προσώπου, φανερώνει την επισημότητα της στιγμής και το κύρος της θεότητας που δέχεται τις προσφορές των πιστών, με ελαφρό μειδίαμα στη θέα του περιδεραίου που κρατά. Το ένδυμα της αποτελείται από δυο μέρη: ένα διάφανο πουκάμισο που αφήνει να διακρίνεται το στήθος και ένα περικόρμιο με κοντά μανίκια. Εντυπωσιάζει η περίτεχνη κόμμωση και ο πλούτος των κοσμημάτων (περιδέραια και βραχιόλια).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου